Τετάρτη 29 Αυγούστου 2007

Εκλογικό σύστημα


Στα δημοκρατικά πολιτεύματα σημαντικότερος νόμος μετά το Σύνταγμα είναι εκείνος που καθορίζει τον τρόπο που εκφράζεται στην πράξη η λαϊκή κυριαρχία, δηλονότι η θέληση των πολιτών για ανάθεση της εξουσίας, δηλαδή ο εκλογικός νόμος.
Στη δική μας χώρα, εξαιτίας της υποβάθμισης του ρόλου της Βουλής λόγω της πολιτειακής (προεδρικό σύστημα) και της ιστορικής (Μακάριος, Κυπριακό) συγκυρίας, ο νόμος που αφορά στην εκλογή των αντιπροσώπων του λαού δε θεωρήθηκε ποτέ καίριας σημασίας και η κατά καιρούς θέσπιση του εκλογικού συστήματος μάλλον σκοπιμότητες εξυπηρέτησε παρά τις πραγματικές ανάγκες της πολιτείας. Θύμα των σκοπιμοτήτων, προφανώς, η λαϊκή κυριαρχία, γιατί τι άλλο από φαλκίδευση της λαϊκής κυριαρχίας είναι η παγίδευση του πολίτη στην απόλυτη και χωρίς δυνατότητα διαφυγής υποχρέωση να περιορίσει τις επιλογές του στην κάθετη ψηφοφορία, δηλαδή υποκύπτοντας στις προεπιλογές κάθε κόμματος;
Η τοποθέτηση αυτή δεν εξυπακούει απαξίωση του πολιτικού θεσμού των κομμάτων. Τα κόμματα είναι απαραίτητοι συντελεστές της Δημοκρατίας γιατί διαμορφώνουν περιεκτικές θέσεις και συσπειρώνουν τους πολίτες και τους ομαδοποιούν με βάση συνολικές πολιτικές αντιλήψεις και προγράμματα άσκησης της εξουσίας· χωρίς τα κόμματα οι πολιτικές προτάσεις θα ήσαν απειράριθμες και η διακυβέρνηση βάσει προγράμματος ανέφικτη ή απολύτως προσωποπαγής. Ο εκλογικός νόμος πρέπει να ισχυροποιεί τα κόμματα, τούτο, όμως, δε σημαίνει πως θα τους επιτρέπει να περιορίζουν τη λαϊκή κυριαρχία για να προωθούν περιστασιακούς στόχους τους.
Το ζητούμενο είναι ένα σύστημα εκλογής των λαϊκών αντιπροσώπων που θα εξασφαλίζει τη δημοκρατική ισορροπία μεταξύ των δύο αναγκαιοτήτων. Άλλωστε ένας ισορροπημένος εκλογικός νόμος θα έχει γενικότερες θετικές επιδράσεις στην εξυγίανση της πολιτικής ζωής και τον εκσυγχρονισμό του πολιτικού βίου της χώρας, αποκαθιστώντας την τραυματισμένη εμπιστοσύνη των πολιτών στην πολιτική και τους πολιτικούς, και αναστρέφοντας την αποστασιοποίηση του πολίτη από τα κοινά και την ιδιώτευσή του που καταστρέφει τη συμμετοχική, τη μόνη ουσιαστική δημοκρατία.
Κατά καιρούς βρίσκεται, ως οφείλει, στο προσκήνιο του πολιτικού προβληματισμού και συζητείται -λιγότερο από όσο θα έπρεπε- το ζήτημα του εκλογικού συστήματος για τις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Κυρίως αντικείμενο της συζήτησης, ως μη όφειλε, είναι το ποσοστό εισόδου ενός κόμματος στη διανομή των εδρών, δηλαδή η έκταση της αναλογικότητας του συστήματος. Το θέμα αυτό σε ένα προεδρικό πολίτευμα δεν είναι κεφαλαιώδες. Οι ισχυρές πλειοψηφίες στη Βουλή δεν είναι υποχρεωτικά αναγκαίες και η μετρημένη πολυφωνία χρήσιμη. Η ακριβέστερη δυνατή αποτύπωση των τάσεων του εκλογικού σώματος στις αναλογίες των κομμάτων στη Βουλή, χωρίς να αποτελεί κριτήριο δημοκρατικότητας, δεν είναι και απευκταία. Το πρόβλημα είναι πως πίσω από τις διαφωνίες για την έκταση της αναλογικότητας υποκρύπτονται οι συνήθεις κομματικές σκοπιμότητες. Η συζήτηση οφείλει να μετατοπιστεί στο ουσιώδες, και αυτό είναι η διασφάλιση του δικαιώματος του πολίτη να προβαίνει στην επιλογή του από το μέγιστο δυνατό πληθυσμό υποψηφίων, χωρίς να διαταράσσεται ο ρόλος των κομμάτων στην πολιτειακή λειτουργία.
Πριν μερικά χρόνια, η Κίνηση Πολιτικού Εκσυγχρονισμού είχε καταθέσει, και έκτοτε επανειλημμένα έχει υποστηρίξει στη δημοσιότητα, μια καινοτόμα πρόταση εκλογικού συστήματος που εμφανίζεται να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικότητες και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της πολιτικής μας ζωής, και αποβλέπει στη σταδιακή, τουλάχιστον, πραγματοποίηση της “κοινωνίας των πολιτών” και στην εξασφάλιση μόνιμης και αμφίδρομης επικοινωνίας των κομμάτων με το σύνολο της κοινωνίας. Αυτή την επικοινωνία, άλλωστε, όλοι θεωρούν απαραίτητη για να επιτυγχάνεται η ανατροφοδότηση των κομμάτων με το αληθινό λαϊκό αίσθημα και με νέα πρόσωπα. Ιδίως το δεύτερο είναι επείγουσα αναγκαιότητα στη χώρα μας. Χωρίς να παραθεωρείται το γεγονός ότι, ή ακριβώς επειδή η πολιτική είναι συλλογική διεργασία και, φυσιολογικά, ασκείται αποτελεσματικότερα από συλλογικούς πολιτικούς οργανισμούς, οφείλει να επιχειρηθεί αναβάθμιση του έργου των κομμάτων με τη συμμετοχή σ’ αυτά πολιτών που προς το παρόν αποφεύγουν την ενεργό εμπλοκή τους και που με την παρουσία τους μπορούν να συμβάλουν σε ριζοσπαστικές αλλαγές προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού των κομμάτων, της πολιτείας και της κοινωνίας, ενόψει, μάλιστα των επι θύραις προκλήσεων (παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση).
Συγκεκριμένα η πρόταση προνοεί το συνδυασμό “κομματικής” και “οριζόντιας” ψήφου σε αναλογικό σύστημα. Τουτέστιν:
α) Βασικά χαρακτηριστικά:
- Η εκλογή διεξάγεται με δύο ψηφοδέλτια το ψηφοδέλτιο των περιφερειών (επαρχιών) και το ψηφοδέλτιο της επικρατείας (συνολικής έκτασης του κράτους).
- Η αναλογικότητα διατηρείται σε κάθε φάση της εκλογικής διαδικασίας, περιλαμβανομένης της κατανομής των εδρών στα κόμματα, και στα δύο ψηφοδέλτια.
- Το 75% των εδρών κατανέμεται με βάση τα αποτελέσματα του ψηφοδελτίου των περιφερειών και το 25% με βάση τα αποτελέσματα του ψηφοδελτίου επικρατείας.
- Στο ψηφοδέλτιο επικρατείας προσφέρεται η δυνατότητα στον ψηφοφόρο να επιλέξει πρόσωπα, ανεξάρτητα από τον κομματικό συνδυασμό στον οποίο συμμετέχουν.
β) Τρόπος διεξαγωγής της εκλογής:
Με το ψηφοδέλτιο των περιφερειών
- Οι εκλογικές περιφέρειες παραμένουν έξι, όπως τις γνωρίζουμε. Ο αριθμός των εδρών που αναλογούν στην καθεμιά με βάση τα σημερινά πληθυσμιακά δεδομένα είναι 16 για τη Λευκωσία, 9 για τη Λεμεσό, 8 για την Αμμόχωστο, 4 για τη Λάρνακα, 3 για την Πάφο και 2 για την Κερύνεια. (Βεβαίως, η χρησιμότητα αύξησης του συνολικού αριθμού των βουλευτών της Βουλής των Αντιπροσώπων είναι θέμα που αξίζει να συζητηθεί χωρίς να διασαλεύεται η αναλογία 1:3 μεταξύ εδρών επικρατείας και εδρών περιφερειών.)
- Η πρώτη κατανομή των εδρών γίνεται με μόνη τη βάση του εκλογικού μέτρου και για την είσοδο στη δεύτερη, και την τρίτη αν απαιτηθεί, κατανομή τηρείται μόνιμο όριο 2%.
Με το ψηφοδέλτιο της επικρατείας
- Ολόκληρη η Κύπρος λογίζεται ως μία εκλογική “περιφέρεια” με 14 έδρες.
- Οι υποψήφιοι προτείνονται και παρατίθενται στο έντυπο του ψηφοδελτίου σε στήλες κατά συνδυασμούς κομμάτων ή ανεξάρτητες υποψηφιότητες.
- Ο ψηφοφόρος σημειώνει από ένα μέχρι έξι σταυρούς σε όλη την έκταση του ψηφοδελτίου, επιλέγοντας πρόσωπα, χωρίς να δεσμεύεται από τις θέσεις τους στις στήλες του εντύπου.
- Στην καταμέτρηση των ψήφων κάθε συνδυασμός πιστώνεται με τόσα έκτα ψήφου, όσους σταυρούς έχουν σημειώσει οι ψηφοφόροι στους υποψηφίους του. Το ίδιο ισχύει και για τους ανεξαρτήτους.
- Στην κατανομή των εδρών επικρατείας ισχύει η αρχή της αναλογικότητας. Κάθε συνδυασμός εκλέγει τόσους από τους υποψηφίους του, όσες φορές το εκλογικό μέτρο (ο συνολικός/μέγιστος αριθμός των σταυρών προτίμησης, που είναι το εξαπλάσιο των εγκύρων ψηφοδελτίων επικρατείας, διαιρούμενος δια του αριθμού των εδρών), χωρά στο σύνολο των έκτων του. Ανεξάρτητος υποψήφιος εκλέγεται όταν ο αριθμός των σταυρών προτίμησης που έλαβε υπερκαλύπτει το εκλογικό μέτρο. Σε περίπτωση παραμονής αδιάθετων εδρών μετά την κατανομή, αυτές κατανέμονται κατά τη μεγαλύτερη προσέγγιση του εκλογικού μέτρου από τα υπόλοιπα των συνδυασμών.
- Όταν κατακυρωθούν οι έδρες επικρατείας που εξασφαλίζει κάθε συνδυασμός εκλέγονται από τους υποψηφίους του εκείνοι που συγκεντρώνουν τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης.
Το σύστημα έτυχε επεξεργασίας (με ηλεκτρονικό υπολογιστή, φυσικά) και αποδείχτηκε με πλήθος παραδείγματα λειτουργήσιμο, ακόμη και με τις πιο απίθανες για τα δεδομένα της χώρας μας συνθήκες. Εξάλλου, χαρακτηρίζεται από απλότητα και σαφήνεια στη διαδικασία του σε όλα τα επίπεδα της εκλογής, και παρέχει στον ψηφοφόρο πλήρη επίγνωση για την αξία της ψήφου του στα πλαίσια του συνολικού εκλογικού αποτελέσματος. Είναι καιρός να μπούμε σε συζήτηση επί συγκεκριμένων προτάσεων για τον εκλογικό νόμο. Η πρόταση της Κίνησης κατατέθηκε και συμμετέχει σ΄ αυτή τη συζήτηση. Για χάρη της χώρας και του λαού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: