Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2008

Νερόμυλοι στη Σολιά


Ποταμούς η Κύπρος, με σταθερή ολόχρονη ροή νερού, μόνο δύο διαθέτει (διαθέτει και πολλούς χείμαρρους, βέβαια). Κι οι δυο ξεκινούν από τις βουνοκορφές γύρω από τη Χιονίστρα του Τροόδους· ο ένας κατευθύνεται προς την Πάφο, ο άλλος παίρνει τη βορινή κατεύθυνση και σχηματίζει την κοιλάδα της Σολιάς, είναι ο Καρκώτης.
Η πλούσια ροή του -πλούσια για τα δεδομένα της Κύπρου- έδωσε τη δυνατότητα στα παλιά τα χρόνια να λειτουργήσουν, από την Κακοπετριά, το ψηλότερο χωριό της κοιλάδας, ίσαμε τα χαμηλότερα, πλήθος νερόμυλοι για το άλεσμα των καρπών της γης των ημιορεινών και πεδινών γύρω περιοχών, των σιτηρών και των οσπρίων, με την εκμετάλλευση της δύναμης του νερού. Οι μύλοι αυτοί αδρανοποιήθηκαν σταδιακά υποκύπτοντας στην τεχνολογική εξέλιξη και τη διαφοροποίηση των αναγκών της κοινωνίας. Κατάλοιπά τους μπορεί κανείς να ανακαλύψει στις όχθες του Καρκώτη, τόσο στην άνω ροή (Κακοπετριά, Γαλάτα, Καλλιάνα), όσο και στην κάτω (Κοράκου, Ευρύχου, Φλάσου). Ελάχιστοι επιβιώνουν ως αναπαλαιωμένα κτίσματα και ένας μόνον λειτουργεί, ο μύλος του Κυρίλλου, στη Γαλάτα. Μέχρι πρόσφατα άλεθε και ο μύλος του Στυλλή, στην Ευρύχου.
Οι μύλοι είναι κατά κανόνα κτισμένοι με επιτόπιο υλικό, τις ακατέργαστες τσακκίλες (μεγάλα χαλίκια), στο επίπεδο, ή λίγο ψηλότερα, της κοίτης του ποταμού. Γύρω η βλάστηση συνήθως είναι πυκνή έτσι που δίνει στο περιβάλλον ένα ειδυλλιακό χρώμα καθώς συνδυάζεται με τη δροσιά και τους ήχους του νερού και των πετεινών του ουρανού.
Το νερό έρχεται στο μύλο μέσω ενός πετραύλακου που ξεκινά από την κοίτη πολύ ψηλότερα, και, σχηματίζοντας γωνία ύψους μαζί της, επιτρέπει την υδατόπτωση στην κρεμμίστρα (χοάνη) του από ύψος 20 περίπου μέτρων. Ακριβώς στη κορυφή της χοάνης βρίσκεται το δίμμαν του νερού, δηλαδή το σημείο όπου, με τη χρήση μεταλλικού δίσκου καθορίζεται η κατεύθυνση της ενεργειακής πηγής -του νερού- στην πορεία παραγωγής της ενέργειας. Συγκεκριμένα το νερό, πέφτοντας από το μεγάλο ύψος, εκσφενδονίζεται μέσα από το συφφούνιν πάνω στις κούππες της φτερωτής που βρίσκεται μέσα στο κοίλωμα του βράχου κάτω από τον κυρίως χώρο του μύλου, και προκαλεί την περιστροφική της κίνηση που μέσω ενός ιμάντα μεταδίδεται στον αλεστικό μηχανισμό.
Οι μυλόπετρες, χαμηλοί κύλινδροι από συμπαγή σκληρό λίθο, μια σταθερή από κάτω και μια περιστρεφόμενη γύρω από μεταλλικό άξονα από πάνω, αποτελούν τη βάση του αλεστικού μηχανισμού. Είναι χαραγμένες με πολλές ισοβαθείς εγκοπές που με τέχνη ο μυλωνάς καταφέρνει χρησιμοποιώντας το μυλοχαράιν (κοντό ατσάλινο σφυρί), για να επιτυγχάνεται το άλεσμα των σπόρων καθώς προχωρούν ανάμεσα στις τριβόμενες πέτρες. Η τροφοδοσία γίνεται από την αβάτζην, το τεράστιο χωνί που είναι στερεωμένο πάνω από τις μυλόπετρες και διαθέτει ρυθμιστή για έλεγχο της ροής των σπόρων· η τέχνη του μυλωνά έγκειται σε μεγάλο μέρος στο χειρισμό της αβάτζης. Το ζεστό από τη σύνθλιψη των σπόρων αλεύρι προκύπτει στο εξωτερικό σημείο επαφής των δυο μυλόπετρων και μαζεύεται σε σακιά -παλαιότερα σε δερμάτινες αλευρόβουρκες- που αναρτώνται σε κατάλληλη θέση. Ρυθμίζοντας διάφορες παραμέτρους η τριβή των μυλόπετρων μπορεί να αποδώσει από σκόνη (όπως το αλεύρι) μέχρι θραύσματα (όπως το πλιγούρι – πουρκούριν).
Τον παλιό καιρό το άλεσμα στο μύλο, μια εργασία που για κάθε νοικοκυριό έπρεπε να γίνει τουλάχιστον τρεις φορές το χρόνο, ήταν κοπιαστική εμπειρία, αλλά συνάμα είχε χαρακτήρα πανηγυριού. Ξεκινούσαν από τα χωριά τους οι αγρότες παρέες παρέες, με φορτωμένα στα ζώα τα σακιά με τον καρπό, εφοδιασμένοι με όλα τα απαραίτητα για τη μακρά, πολλές φορές, πορεία -στον Καρκώτη άλεθαν και Μαραθεύτες και Μορφίτες και Πίτσιλλοι και Τύλληροι-, όσο και για τη διαμονή στον ευρύτερο χώρο του μύλου, όπου η παραμονή τύχαινε να ΄ναι και πολυήμερη όταν πλησίαζαν οι γιορτές της Εκκλησίας και αυξάνονταν οι ενδιαφερόμενοι που περίμεναν υπομονετικά το γυρίν (σειρά) τους για να αλέσουν. Στη διάρκεια της αναμονής πολλές γυναίκες έκλωθαν μαλλίν με το αδράχτιν για να μεν ξαρκούν, ενώ παρακολουθούσαν, αν ήταν τυχερές και συντύγχανεν κανένας δεινός αφηγητής, περιπετειώδη, συχνά αυτοσχέδια, παραμύθια, για να περνά πιο ευχάριστα η ώρα. Όταν η πείνα τους θύμιζε την ανάγκη για το ταπεινό γεύμα, άπλωναν κατάχαμα τη μαντηλιάν και απολάμβαναν τη γνησιότητα του ψωμιού και της ελιάς, σπάνια, αν δεν ήταν νηστεία, και του χαλλουμιού, συνοδεύοντάς τα με καμιάν πινιάν, από το κολοκούιν. Όταν συμπληρωνόταν το άλεσμα η παρέα έπαιρνε το δρόμο της επιστροφής με τη βαθιά ικανοποίηση που δίνει η εκτέλεση σοβαρής αποστολής· και όταν, τέλος έφταναν πίσω στον τόπο τους, πρώτη τους έγνοια ήταν να δοξάσουν το Θεό που τους αξίωσε άλλη μια φορά να αλέσουν τα γεννήματά τους για να θρέψουν τα παιδιά τους.
Κι ο μυλωνάς, μέσα στη διαρκή του ζάλη, φχαριστιόταν με την αμοιβή του που συνήθως ήταν σε είδος, δηλαδή κρατούσε για λόγου του μια αναλογική ποσότητα από το άλεσμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: